Πέμπτη 20 Φεβρουαρίου 2014

2/20/2014 12:00:00 μ.μ.
Κορυφή στο παγόβουνο της αμερικανικής εμπλοκής στην Ουκρανία αποτέλεσε όπως όλα δείχνουν η περίφημη τηλεφωνική επικοινωνία του Αμερικανού πρέσβη στο Κίεβο Τζέφρι Πάιατ με την υφυπουργό Εξωτερικών Βικτόρια Νούλαντ. Λίγα μόλις 24ωρα μετά τη διαρροή της τηλεφωνικής επικοινωνίας, που προσέλκυσε το ενδιαφέρον των μέσων ενημέρωσης κυρίως για τη φράση «να πάει να γ***** η ΕΕ» ήρθαν στο φως οι πραγματικές λεπτομέρειές των σχεδιασμών του Στέιτ Ντιπάρτμεντ που, σύμφωνα με πληροφορίες, περιλαμβάνουν ακόμη και συνεργασία με ένοπλες φασιστικές ομάδες στην Ουκρανία.
 
Όπως υποστήριξε την περασμένη εβδομάδα ο στενός συνεργάτης του Ρώσου προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν, Σεργκέι Γκαζίεβ, οι ΗΠΑ έχουν ήδη διαθέσει 20 εκατομμύρια δολάρια σε κόμματα της ουκρανικής αντιπολίτευσης στα οποία συμπεριλαμβάνονται και χρήματα για την αγορά όπλων. Και αν οι δηλώσεις ενός Ρώσου αξιωματούχου πρέπει να λαμβάνονται με επιφύλαξη, λόγω της γεωπολιτικής αντιπαλότητας Ουάσινγκτον και Μόσχας, δεν ισχύει το ίδιο και για τα σχόλια του αμερικανικού Τύπου που περιγράφουν χωρίς ενδοιασμούς την εμπλοκή της χώρας τους στις εσωτερικές υποθέσεις της Ουκρανίας.

Ρόλο κλειδί σε αυτή την προσπάθεια αναμένεται να παίξει το ΔΝΤ, με το οποίο η Ουάσινγκτον επιχειρεί να «δέσει» τις μελλοντικές κυβερνήσεις της Ουκρανίας στη γνωστή παγίδα των δανειοδοτήσεων και τους διαρκούς χρέους.

«Σε βάθος χρόνου, στόχος της κυβέρνησης Ομπάμα είναι να προωθήσει στην Ουκρανία συνταγματικές και εκλογικές μεταρρυθμίσεις που θα επιτρέψουν τη συμμετοχή της αντιπολίτευσης στην κυβέρνηση και θα ανοίξουν το δρόμο για οικονομική ενίσχυση από το ΔΝΤ» εξηγούσαν οι New York Times.

Προκειμένου να επιτευχθεί αυτός ο στόχος η Ουάσινγκτον εμφανίζεται διατεθειμένη να συμμαχήσει ακόμη με τις πιο εξτρεμιστικές δυνάμεις του πολιτικού σκηνικού στην Ουκρανία, όπως το ακροδεξιό και ανοιχτά φιλοναζιστικό κόμμα Svoboda.

«Ο (ηγέτης του Svoboda) Όλεχ Τιαχνίμποχ πρέπει να συναντάται με τον επόμενο προεδρο τέσσερις φορές την εβδομάδα» έλεγε χαρακτηριστικά η Νούλαντ, από το Στέιτ Ντιπάρτμεντ.

Αποτελεί φυσικά ειρωνεία της τύχης ότι ο Αμερικανός πρέσβης, που καλείται να συνεργαστεί με το Svoboda, παρουσιαζόταν σαν βασικός υπέρμαχος του αντισημιτισμού στην Ουκρανία, συμμετέχοντας μάλιστα σε σειρά εκδηλώσεων της εβραϊκής κοινότητας για τα θύματα του ολοκαυτώματος.

Παρόλα αυτά δεν φάνηκε να εκφράζει την παραμικρή επιφύλαξη για την ενίσχυση ενός κόμματος, όπως το Svoboda, το οποίο μέχρι πρότινος χαρακτηριζόταν εθνικο-σοσιαλιστικό, είχε νεοναζιστικό σήμα και καυχιόνταν για τους προγόνους του, οι οποίοι στο δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο σκότωναν Εβραίους.

Ο ηγέτης του Svoboda συνηθίζει να εξυμνεί τους δεξιούς Ουκρανούς αντάρτες, «οι οποίοι δεν φοβήθηκαν να πάρουν τα αυτόματα όπλα για να πολεμήσουν τους Μοσκοβίτες, τους Γερμανούς και την εβραϊκή βρωμιά».

Ο Τιαχνίμποχ αναφέρεται φυσικά στα παραστρατιωτικά τάγματα θανάτου της οργάνωσης UPA, η οποία στο δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, στάθηκε στο πλευρό του άξονα απέναντι στις απελευθερωτικές δυνάμεις της σοβιετικής ένωσης και των δυτικών συμμάχων.

Να σημειωθεί ότι μόλις το 2005 ο Τιαχνίμποχ ζητούσε με επιστολές του από την κυβέρνηση να θέσουν στην παρανομία την εβραϊκή κοινότητα της Ουκρανίας, η οποία ετοιμάζει, όπως υποστήριζε, τη γενοκτονία του ουκρανικού λαού. Ο ίδιος μάλιστα έκανε πολύ συχνά λόγο για την «εβραιο-μοσχοβίτικη μαφία» η οποία ελέγχει τη χώρα.

Παρόλα αυτά, πριν από μερικές εβδομάδες μάλιστα ο Αμερικανός πρέσβης, έστειλε μέσα από το λογαριασμό του στο Twitter φωτογραφίες από τη συνάντηση που είχε η Νούλαντ με τον ηγέτη αυτού του νεοναζιστικού μορφώματος.

Όπως προκύπτει και από την τηλεφωνική επικοινωνία στόχος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ δεν είναι απλώς να επιβάλλει μια φιλοαμερικανική κυβέρνηση, ακόμη και αν αυτό απαιτεί συμμαχίες με νεοναζιστικές δυνάμεις, αλλά να απομακρύνει από το προσκήνιο τους ανθρώπους που προωθεί το Βερολίνο στη χώρα.

«Ο Κλίτσκο θα πρέπει να μείνει εκτός κυβέρνησης και να κάνει τα μαθήματά του» έλεγε χαρακτηριστικά ο Αμερικανός πρέσβης αναφερόμενος στον Βιτάλι Κλίτσκο, το κόμμα του οποίου χρηματοδοτείται απευθείας από γερμανικά ιδρύματα ερευνών που ελέγχονται από το χρηστιανοδημοκρατικό κόμμα της Άγκελα Μέρκελ.

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η επιλογή της Νούλαντ αλλά και του Παίατ από την αμερικανική κυβέρνηση, κάθε άλλο παρά αθώα μπορεί να θεωρηθεί σε ό,τι αφορά το μέλλον της Ουκρανίας. Η Αμερικανίδα υφυπουργός Εξωτερικών προέρχεται από το στενό κύκλο των νεοσυντηρητικών, που πλαισίωναν τον πρόεδρο Μπους όταν ξεκινούσε την παγκόσμια «σταυροφορία» του εναντίον χωρών της Μέσης Ανατολής αλλά και της Ρωσίας.

Η Νούλαντ είχε βρεθεί μάλιστα για χρόνια στο πλευρό του αντιπροέδρου Ντικ Τσένι, ως σύμβουλος εθνικής ασφάλειας και είναι παντρεμένη με τον νεοσυντηρητικό ιστορικό, Ρόμπερτ Κάγκαν – εκ των συνιδρυτών του διαβόητου Προγράμματος για τον Νέο Αμερικανικό Αιώνα.
Από την πλευρά του ο Παίατ ξεκίνησε τη διπλωματική του καριέρα στην Ονδούρα, όταν η χώρα θεωρούνταν ακόμη ως ένα από τα σημαντικότερα προπύργια της CIA στο Νότιο Ημισφαίριο. Αργότερα τον συναντάμε ως εκπρόσωπο των ΗΠΑ στη Διεθνή Υπηρεσία Ατομικής Ενέργειας. Σύμφωνα μάλιστα με τηλεγραφήματα που ήρθαν στο φως μέσω του Wikileaks έπαιξε καθοριστικό ρόλο στις ασφυκτικές πιέσεις που ασκούνταν μέσω της υπηρεσίας εναντίον του Ιράν – όταν ακόμη η Ουάσινγκτον χτυπούσε τα τύμπανα του πολέμου για την ανατροπή της ιρανικής κυβέρνησης.

Ίσως πάντως η προκλητικότερη λεπτομέρεια σχετικά με την περίφημη επικοινωνία της αμερικανικής πρεσβείας με το Στέιτ Ντιπάρτμεντ να μην βρίσκεται στην απομαγνητοφώνηση της τηλεφωνικής συνδιάλεξης αλλά στον τρόπο με τον οποίο η κυβέρνηση των ΗΠΑ και τα αμερικανικά μέσα ενημέρωσης επιχείρησαν να εκμεταλλευτούν την διπλωματική τους γκάφα.

Με μια ανακοίνωση, που θα σόκαρε ακόμη και τους μεγαλύτερους υπουργούς προπαγάνδας του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου, ο υπεύθυνος Τύπου του Λευκού Οίκου πέρασε αμέσως στην αντεπίθεση επιρρίπτοντας ευθύνες στη Μόσχα για τη διαρροή της τηλεφωνικής συνομιλίας.

«Το γεγονός ότι ο πρώτος που εντόπισε το βίντεο και το πόσταρε στο Twitter ήταν η ρωσική κυβέρνηση λέει πολλά για το ρόλο της Ρωσίας» τόνισε ο Τζέυ Κάρνει συμπληρώνοντας ότι ποτέ στο παρελθόν η Μόσχα «δεν έχει πέσει τόσο χαμηλά».

«Οι ΗΠΑ φωτογραφίζουν τη Ρωσία για τη διαρροή διπλωματικής συνομιλίας στο Ίντερνετ» έγραφαν σε πηχυαίο τίτλο τους και οι New York Times επιχειριώντας να πείσουν το αναγνωστικό τους κοινό ότι η «είδηση» δεν ήταν το εκρηκτικό περιεχόμενο της συνομιλίας αλλά η διαρροή του.

Η ίδια εφημερίδα έφτασε μάλιστα στο σημείο να υποστηρίζει ότι στόχος της διαρροής ήταν να θιγούν οι σχέσεις ΗΠΑ – ΕΕ. Το πρόβλημα δεν ήταν δηλαδή ότι ανώτατοι Αμερικανοί αξιωματούχοι λένε στους Ευρωπαίους ομολόγους τους να «πάνε να γ****» αλλά ότι Ρώσοι αξιωματούχοι σχολίασαν αυτό το γεγονός.

Δεν χρειάζεται φυσικά να υπενθυμίσει κανείς ότι οι ΗΠΑ, που κατηγορούν τώρα τη Ρωσία για παρακολουθήσεις συνομιλιών, βρίσκεται πίσω από το μεγαλύτερο δίκτυο ηλεκτρονικών παρακολουθήσεων ξένων ηγετών που έχει γνωρίσει η ανθρωπότητα και μάλιστα διώκει με εκδικητική μανία όσους αποκάλυψαν σχετικές λεπτομέρειες, όπως συνέβη στην περίπτωση του Έντουαρντ Σνόουντεν.

info-war.gr